Της Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ
Τους ακούει ο κόσμος και μοιάζει σαν παστωμένοι θεατές σε δημόσια εκτέλεση της Ιεράς Εξέτασης στην καρδιά του Μεσαίωνα, όλους αυτούς τους δήθεν περισπούδαστους ευρωηγέτες στις συσκέψεις. Κι αντιλαμβάνεται πως έχουν βάλει το μέλλον του σιδηροδέσμιο στο ικρίωμα των αγορών, στο βωμό του καπιταλισμού. Κι ύστερα μαζεύονται κι
οι ντελάληδες της εποχής και μεταδίδουν τους καυγάδες για το ποιος θ’ ανάψει πρώτος το σπίρτο να καούν οι λαοί. Στάχτη και μπούρμπερη να γίνουν, γόνιμο έδαφος για νέες επενδύσεις πάνω στα χαλάσματα και τις ξεχαρβαλωμένες ζωές.
Η Ευρώπη, τάχα μου δήθεν Ενωμένη, γίνεται, δήθεν ξαφνικά, κακιά μάγισσα που πνίγει τα παιδιά της που τα ‘φερε ως τη θηλή της ψευδαίσθησης ότι λεύτερα βυζαίνουν τους ίδιους τους κόλπους και τον ιδρώτα τους
Αυτό το παραμύθι θα έχει κακό τέλος γιατί στον καπιταλισμό ο Χανς Κρίστιαν Αντερσεν κι οι άλλοι παραμυθάδες διαπραγματεύονται τα δικαιώματα αποστολής των πολιτών στην πραγματική κόλαση. `Η, καλύτερα, στην κόλαση της καπιταλιστικής πραγματικότητας.
Απέναντι στους χαλυβουργούς με το φωτεινό πνεύμα, πυγολαμπίδα παρήγορη οι αποφασισμένοι απεργοί στα μαύρα σκοτάδια των ημερών των αγορών, παρατάσσονται χιλιάδες ηττημένων. Πενηντάρηδες που δεν μπορούν να κρατηθούν μήτε απ’ τα κότσια τους μήτε απ’ τους γύρω τους, πετυχημένοι ως χτες, μακροχρόνια άνεργοι σήμερα, με γυναίκες, παιδιά και γέροντες στην πλάτη, με αφεντικά σκληρά κι απρόσωπα, ανεκπαίδευτοι πολιτικά, ανίκανοι να κρατήσουν μια σκέψη ή ένα μαχαίρι, πάντα το ίδιο βαριά τους φαίνονται. Είναι η γενιά της αυταπάτης. Του Μάη που μίσεψε στην ιστορία, πνιγμένος στην αστική παραίσθηση της δοτής κι όχι κατακτημένης συλλογικά ευημερίας. Εκεί ανάμεσα στα πενήντα και τα εξήντα, οι συνομήλικοι των προβεβλημένων δημίων, ειδικά αυτοί που ευημέρησαν χωρίς να πολυσκεφτούν πάνω σε πόσους όμοιούς τους πάτησαν χωρίς ενοχές κι αιδώ, με τ’ αυτιά ανοιχτά μόνο στις ατομικές τους μούσες και τα καλλιεργημένα απ’ το σύστημα αστικών αξιών τα ταπεινότερα των ενστίκτων τους, αυτοί είναι που πέφτουν πρώτοι. Στη βαθιά κατάθλιψη. Στα χάπια. Στην αδράνεια. Στην καλύτερη περίπτωση. Γιατί στην άλλη, γίνονται επικίνδυνοι. Για όλους.
Αντικαθιστούν το ένα παραμύθι με το νέο, της μόδας. Το αντιμνημονιακό μέτωπο. Λες και φταίει η συνταγή. Λες και δεν έχουν μολυνθεί από τη «μικροαστική ελεγχόμενη αίσθηση επιβιωτικού θριάμβου» (χρεώνομαι τον όρο ως διάγνωση). Το δηλητήριο του καπιταλισμού που εμπεριέχεται σε κάθε πραγματική ή πνευματική τροφή με χορηγό τις τράπεζες και τα αστικοκομματικά χαλκεία του εξατομικευμένου εκβαρβαρισμού. Ο νέος μύθος λέγεται αντιμνημόνιο. Τους βλέπεις καταπτοημένους να σου λένε «είμαι αντιμνημονιακός», πρώην ΝουΔίτης, πρώην ΠΑΣΟΚίτης, πρώην εργαζόμενος κι επιτυχημένος γενικώς. Είναι η γενιά που όταν δεν αυτοκτονεί είτε από ευαισθησία, είτε από μοναξιά, είτε από έλλειψη αντοχής κι εκπαίδευσης στα δύσκολα, καβαλάει ένα μύθο διαφημισμένο γερά απ’ τους ενόχους της εξάπλωσης της φτώχειας και παραδίνεται στην εκμετάλλευση. Αθροίζεται σε μια μάζα, νομίζει ότι βρίσκει κοινό τόπο με …συμπάσχοντες και συνωστίζεται στο ιατρείο πόνου που στήνουν πυξ λαξ οι φονιάδες των λαών. Είναι η καλύτερη μαγιά για να συγκροτηθεί η επόμενη επιστασία δούλων. Δεν είναι ούτε εξ ορισμού πονηροί, ούτε εξ ορισμού αθώοι. Προϊόν της αποϊδεολογικοποιημένης μεταπολίτευσης, έμπειροι και κοινωνικοί, γίνονται εύκολα κολαούζοι της μαύρης αντίδρασης ειδικώς όταν τους πείσουν ότι μπορεί και να έχουν κακό τέλος αλλιώς. Αυτή η γενιά – μάζα τείνει να γίνει κρίσιμη για την ψευδοαριστερή και κυρίως ψευδοαντιστασιακή στροφή ολόκληρης της κοινωνίας προς τα δεξιά. Από φόβο απώλειας του θριάμβου. Είναι τάξη και νόμος. Πατιναρισμένοι ανανεωτές της πριονισμένης τους καρέκλας. Θύτες και θύματα μαζί, γίνονται ευκολότερα εργαλείο διαιώνισης της πολιτικής. Αυτής που τους υποτάσσει τόσο περισσότερο όσο τη «μάχονται». Ζουν ανάμεσά μας…
εφ. ΡΙΖΑΣΠΑΣΤΗΣ
Τους ακούει ο κόσμος και μοιάζει σαν παστωμένοι θεατές σε δημόσια εκτέλεση της Ιεράς Εξέτασης στην καρδιά του Μεσαίωνα, όλους αυτούς τους δήθεν περισπούδαστους ευρωηγέτες στις συσκέψεις. Κι αντιλαμβάνεται πως έχουν βάλει το μέλλον του σιδηροδέσμιο στο ικρίωμα των αγορών, στο βωμό του καπιταλισμού. Κι ύστερα μαζεύονται κι
οι ντελάληδες της εποχής και μεταδίδουν τους καυγάδες για το ποιος θ’ ανάψει πρώτος το σπίρτο να καούν οι λαοί. Στάχτη και μπούρμπερη να γίνουν, γόνιμο έδαφος για νέες επενδύσεις πάνω στα χαλάσματα και τις ξεχαρβαλωμένες ζωές.
Η Ευρώπη, τάχα μου δήθεν Ενωμένη, γίνεται, δήθεν ξαφνικά, κακιά μάγισσα που πνίγει τα παιδιά της που τα ‘φερε ως τη θηλή της ψευδαίσθησης ότι λεύτερα βυζαίνουν τους ίδιους τους κόλπους και τον ιδρώτα τους
Αυτό το παραμύθι θα έχει κακό τέλος γιατί στον καπιταλισμό ο Χανς Κρίστιαν Αντερσεν κι οι άλλοι παραμυθάδες διαπραγματεύονται τα δικαιώματα αποστολής των πολιτών στην πραγματική κόλαση. `Η, καλύτερα, στην κόλαση της καπιταλιστικής πραγματικότητας.
Απέναντι στους χαλυβουργούς με το φωτεινό πνεύμα, πυγολαμπίδα παρήγορη οι αποφασισμένοι απεργοί στα μαύρα σκοτάδια των ημερών των αγορών, παρατάσσονται χιλιάδες ηττημένων. Πενηντάρηδες που δεν μπορούν να κρατηθούν μήτε απ’ τα κότσια τους μήτε απ’ τους γύρω τους, πετυχημένοι ως χτες, μακροχρόνια άνεργοι σήμερα, με γυναίκες, παιδιά και γέροντες στην πλάτη, με αφεντικά σκληρά κι απρόσωπα, ανεκπαίδευτοι πολιτικά, ανίκανοι να κρατήσουν μια σκέψη ή ένα μαχαίρι, πάντα το ίδιο βαριά τους φαίνονται. Είναι η γενιά της αυταπάτης. Του Μάη που μίσεψε στην ιστορία, πνιγμένος στην αστική παραίσθηση της δοτής κι όχι κατακτημένης συλλογικά ευημερίας. Εκεί ανάμεσα στα πενήντα και τα εξήντα, οι συνομήλικοι των προβεβλημένων δημίων, ειδικά αυτοί που ευημέρησαν χωρίς να πολυσκεφτούν πάνω σε πόσους όμοιούς τους πάτησαν χωρίς ενοχές κι αιδώ, με τ’ αυτιά ανοιχτά μόνο στις ατομικές τους μούσες και τα καλλιεργημένα απ’ το σύστημα αστικών αξιών τα ταπεινότερα των ενστίκτων τους, αυτοί είναι που πέφτουν πρώτοι. Στη βαθιά κατάθλιψη. Στα χάπια. Στην αδράνεια. Στην καλύτερη περίπτωση. Γιατί στην άλλη, γίνονται επικίνδυνοι. Για όλους.
Αντικαθιστούν το ένα παραμύθι με το νέο, της μόδας. Το αντιμνημονιακό μέτωπο. Λες και φταίει η συνταγή. Λες και δεν έχουν μολυνθεί από τη «μικροαστική ελεγχόμενη αίσθηση επιβιωτικού θριάμβου» (χρεώνομαι τον όρο ως διάγνωση). Το δηλητήριο του καπιταλισμού που εμπεριέχεται σε κάθε πραγματική ή πνευματική τροφή με χορηγό τις τράπεζες και τα αστικοκομματικά χαλκεία του εξατομικευμένου εκβαρβαρισμού. Ο νέος μύθος λέγεται αντιμνημόνιο. Τους βλέπεις καταπτοημένους να σου λένε «είμαι αντιμνημονιακός», πρώην ΝουΔίτης, πρώην ΠΑΣΟΚίτης, πρώην εργαζόμενος κι επιτυχημένος γενικώς. Είναι η γενιά που όταν δεν αυτοκτονεί είτε από ευαισθησία, είτε από μοναξιά, είτε από έλλειψη αντοχής κι εκπαίδευσης στα δύσκολα, καβαλάει ένα μύθο διαφημισμένο γερά απ’ τους ενόχους της εξάπλωσης της φτώχειας και παραδίνεται στην εκμετάλλευση. Αθροίζεται σε μια μάζα, νομίζει ότι βρίσκει κοινό τόπο με …συμπάσχοντες και συνωστίζεται στο ιατρείο πόνου που στήνουν πυξ λαξ οι φονιάδες των λαών. Είναι η καλύτερη μαγιά για να συγκροτηθεί η επόμενη επιστασία δούλων. Δεν είναι ούτε εξ ορισμού πονηροί, ούτε εξ ορισμού αθώοι. Προϊόν της αποϊδεολογικοποιημένης μεταπολίτευσης, έμπειροι και κοινωνικοί, γίνονται εύκολα κολαούζοι της μαύρης αντίδρασης ειδικώς όταν τους πείσουν ότι μπορεί και να έχουν κακό τέλος αλλιώς. Αυτή η γενιά – μάζα τείνει να γίνει κρίσιμη για την ψευδοαριστερή και κυρίως ψευδοαντιστασιακή στροφή ολόκληρης της κοινωνίας προς τα δεξιά. Από φόβο απώλειας του θριάμβου. Είναι τάξη και νόμος. Πατιναρισμένοι ανανεωτές της πριονισμένης τους καρέκλας. Θύτες και θύματα μαζί, γίνονται ευκολότερα εργαλείο διαιώνισης της πολιτικής. Αυτής που τους υποτάσσει τόσο περισσότερο όσο τη «μάχονται». Ζουν ανάμεσά μας…
εφ. ΡΙΖΑΣΠΑΣΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψε την άποψή σου...