Ήταν απόγευμα Σαββάτου, στις 11 Οκτωβρίου 1952, όταν ο 17χρονος τότε μαθητής Επαμεινώνδας Κώνστας με τον φίλο του, Ηλία Παραγυιό, πήραν το
λεωφορείο της Κηφισιάς και κατέβηκαν στον Φάρο Ψυχικού.
λεωφορείο της Κηφισιάς και κατέβηκαν στον Φάρο Ψυχικού.
Ετοιμάζονταν να διασχίσουν τον δρόμο, όταν ο Παραγυιός αποφάσισε να μην συμμετέχει στην αποστολή που είχαν σχεδιάσει.
Έτσι μόνος του ο Κώνστας, οπλισμένος με δύο περίστροφα, περπάτησε μέχρι την οδό Μαραθωνοδρόμου, όπου ήταν σταθμευμένα έξι πολυτελή ταξί της επιχείρησης των αδελφών Μαρτίνο.
Ο νεαρός επέλεξε το τρίτο στη σειρά, την “καλύτερη κούρσα”, όπως είπε χαρακτηριστικά. Επιβιβάστηκε στο ταξί και είπε στον οδηγό Γ. Στάικο να ξεκινήσει για Κηφισιά.
Έφτασαν ψηλά στην οδό Ξενίας, μακριά από αδιάκριτα μάτια και φωτισμένες οικίες.
Ο Κώνστας έβγαλε ένα από τα περίστροφα και πυροβόλησε τον οδηγό από πίσω. Η πρώτη σφαίρα αστόχησε και τρύπησε το παρμπρίζ. Οι επόμενες δύο καρφώθηκαν στο πίσω μέρος του κεφαλιού του.
Ο 17χρονος έδρασε αστραπιαία, έσπρωξε το άψυχο σώμα στο διπλανό κάθισμα και πήδηξε στη θέση του οδηγού.
Οδήγησε το αμάξι μέχρι το γκρεμό του ρεύματος Κοκκιναρά και πέταξε το πτώμα.
Έπειτα έβγαλε το πουλόβερ του και το χρησιμοποίησε για να σκουπίσει τα αίματα που είχαν λερώσει τα τζάμια.
Από την Κηφισιά έφτασε στον Πειραιά, οδηγώντας το κλεμμένο αυτοκίνητο. Όταν πλησίαζε το λιμάνι συνειδητοποίησε ότι είχε χαθεί και κατευθύνθηκε προς Ιερά Οδό.
Συνέχισε μέχρι που βγήκε εκτός Αθηνών. Στο 60ο χιλιόμετρο της Αθηνών – Κορίνθου σταμάτησε να βάλει βενζίνη. Μετά από ώρα έφτασε μέχρι τα Βραχνέικα Πατρών, όπου ήταν το σπίτι θείων του. Δεν σταμάτησε, αλλά πήρε το δρόμο της επιστροφής προς Αθήνα.
Στο Κιάτο, κατέβηκε στην παραλία και με ένα σφουγγάρι καθάρισε τα αίματα και τα δαχτυλικά αποτυπώματα από το αμάξι.
Όλα, εκτός από τα αποτυπώματα των δύο αντίχειρων στη κλειδαριά του πορτ μπαγκάζ.
Όταν έφτασε στον Ισθμό της Κορίνθου, ένας αστυνομικός σταματούσε όλα τα γκρι αυτοκίνητα για έλεγχο. Ο Κώνστας τον αντιλήφθηκε, επιτάχυνε και κατάφερε να ξεφύγει. Φοβήθηκε όμως και αποφάσισε να εγκαταλείψει το αυτοκίνητο στους Αγίους Θεοδώρους.
Από εκεί περπάτησε μέσα στο δάσος προς το εξοχικό των θείων του, Μιχαήλ και Αθανάσιου Κώνστα. Δίστασε να τους ζητήσει βοήθεια και τελικά κατέβηκε στην παραλία, όπου διανυκτέρευσε.
Το πρωί περπάτησε μέχρι την καλύβα ενός άλλου θείου του, του Θανάση Γραμματικού, στο χωριό Μακροπλαγι.
Όταν τον είδε ο θείος του τρόμαξε, γιατί νόμιζε ότι του έφερνε άσχημα νέα απ’ την Αθήνα, όπου βρισκόταν η κόρη του για εγχείρηση.
Ο 17χρονος του είπε ότι κρυβόταν απ’ την αστυνομία γιατί είχε κλέψει ένα αυτοκίνητο και ο θείος του δέχτηκε να τον φιλοξενήσει.
Εκεί τον βρήκε η αστυνομία την Τρίτη, 14 Οκτωβρίου.
Η αστυνομία στα ίχνη του
Το πτώμα του σωφέρ Στάικου εντοπίστηκε το πρωί της 12ης Οκτωβρίου από τον κηπουρό Γεώργιο Σούλπη.
Η αστυνομία ξεκίνησε αμέσως έρευνες.
Από τις περιγραφές των υπόλοιπων σωφέρ, ο διοικητής ασφάλειας της Κηφισιάς Σακελλαριάδης, κατέληξε ότι ο νεαρός μπορεί να ήταν ο 17χρονος Επαμεινώνδας Κώνστας, που είχε συλληφθεί δύο φορές στο παρελθόν για κλοπή αυτοκινήτων.
Πληροφορίες που έδωσαν φίλοι του δράστη, αλλά και ο βενζινοπώλης Κ. Μαύρος που τον εξυπηρέτησε στο 60ο χιλιόμετρο της Αθηνών-Κορίνθου, βοήθησαν την αστυνομία να εντοπίσει το αυτοκίνητο στους Αγίους Θεόδωρους.
Ύστερα από εξονυχιστική έρευνα, κατάφεραν να βρουν τα δύο δαχτυλικά αποτυπώματα στην κλειδαριά του πορτ-παγκάζ, τα οποία τους έδωσαν την ταυτότητα του δράστη.
Ο πατέρας του τον αποκαλύπτει
Ήταν ο ίδιος ο πατέρας του Κώνστα που οδήγησε τους αστυνομικούς στο κρησφύγετο του.
Όταν τον βρήκαν, ο 17χρονος ξέσπασε σε λυγμούς και μετανιωμένος αποκάλυψε ότι σκόπευε μόνο να κλέψει το αυτοκίνητο, αλλά όταν είδε πόσο δυνατός ήταν ο Στάικος, φοβήθηκε και τον σκότωσε.
Στον εισαγγελέα αποκαλύφθηκε όλη η αλήθεια για τα σχέδια του έφηβου δράστη.
“Θα βγω απ’ τη φυλακή όταν θα είμαι 37 χρονών. Εύχομαι να βγω καλός άνθρωπος”
Η συμμορία της Κηφισιάς
Ο Επαμεινώνδας Κώνστας γεννήθηκε στη Κηφισιά το 1935.
Ο πατέρας του, Ιωάννης, ήταν γνωστός ως “καντηλανάφτης” στην Κηφισιά, επειδή ήταν βαθιά θρησκευόμενος και φιλάνθρωπος.
Η σύζυγός του είχε πεθάνει όταν ο Επαμεινώνδας ήταν μικρός και ο πατέρας του δεν του χαλούσε ποτέ χατίρι.
Άλλωστε είχε τα χρήματα να του προσφέρει ό,τι ήθελε, καθώς του ανήκαν πολλά λεωφορεία της Κηφισιάς.
Ο νεαρός ήταν λάτρης των αυτοκινήτων και τα βράδια οδηγούσε κρυφά το τζιπ του πατέρα του σε ιλιγγιώδεις ταχύτητες. Δύο φορές είχε κλέψει αυτοκίνητα για να κάνει βόλτες με τους φίλους του και ύστερα τα παρατούσε σε ερημικούς δρόμους.
Ο Κώνστας και οι φίλοι του, Παραγυιός, Ζούκης και Κάλφας σχεδίαζαν να φύγουν στο εξωτερικό. Σκόπευαν μάλιστα να κλέψουν δύο αυτοκίνητα και να περάσουν τα σύνορα για Βουλγαρία.
Οι φίλοι του Κώνστα, Ζούκης, Παραγυιός και Κάλφας ανακρίθηκαν και έδωσαν πληροφορίες
Για το σκοπό αυτό προμηθεύτηκαν τα δύο περίστροφα από το σπίτι του Κώνστα. Το ένα το αγόρασε έναντι 100 χιλιάδων δραχμών και το άλλο ανήκε στο αδελφό του, που έλειπε στο εξωτερικό.
Η αστυνομία ερεύνησε και τον μυστηριώδη Τζοβάνι, έναν γείτονα του Κώνστα με τον οποίο πήγαιναν για σκοποβολή.
Ο Τζοβάνι ήταν μεγαλύτερος σε ηλικία, κόντευε τα 30 και όταν διεξάγονταν οι έρευνες, είχε ήδη φύγει στο εξωτερικό.
Μέχρι να δικαστεί, ο Κώνστας κρατούνταν σε αναμορφωτήριο ανηλίκων και απειλούσε ότι θα σκοτώσει τους φίλους του, επειδή τον πρόδωσαν μιλώντας στην αστυνομία.
Τελικά καταδικάστηκε σε εικοσαετή κάθειρξη και η οικογένεια Κώνστα έπρεπε να αποζημιώσει τη χήρα του σοφέρ με 24 εκατομμύρια δραχμές.
Ο οδηγός ταξί και θύμα του Κώνστα, Γ.Στάϊκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψε την άποψή σου...